Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2024

Το Γαλάζιο Βιβλίο, του Στράτη Μυριβήλη

Πριν ανοίξει ο αναγνώστης ένα βιβλίο, χρέος θαρρώ πως έχει να αναζητήσει έστω και λίγα στοιχεία για τον δημιουργό του. Να τον γνωρίσει, να χαιρετιστεί, νοερά, μαζί του για να καταφέρει να τον ακολουθήσει στο μονοπάτι της γραφής του. Το 1890 λοιπόν, στη Συκαμνιά, ένα χωριό φωλιασμένο στο Μυριβίλι, μια πλαγιά ενός βουνού της Λέσβου, γεννήθηκε ο Ευστράτιος Σταματόπουλος. Ο Ευστράτιος Σταματόπουλος, ο οποίος, ως ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της Γενιάς του ‘30, θα γινόταν ευρύτερα γνωστός με το λογοτεχνικό ψευδώνυμο Στράτης Μυριβήλης.

Η ζωή του Μυριβήλη, μπορεί να χωριστεί σε τρεις περιόδους. Η πρώτη περίοδος είναι αυτή που έζησε ως στρατιώτης στους Βαλκανικούς Πολέμους, στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Η δεύτερη περίοδος είναι τα χρόνια στη Λέσβο και η τρίτη, τα χρόνια στην Αθήνα. Ο Μυριβήλης κατετάγη εθελοντικά στο στρατό και πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους, όπου και τραυματίστηκε σοβαρά στη μάχη Κιλκίς-Λαχανά. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου κατετάγη ξανά, αλλά η εμπειρία που έζησε στα χαρακώματα συμμετέχοντας στην επιχείρηση προκάλυψης του Μοναστηρίου, τον οδήγησε στη συγγραφή του αντιπολεμικού μανιφέστου “Η Ζωή εν Τάφω”. Στα χρόνια της Αθήνας, συνεργάστηκε με την εφημερίδα “Πρωία” ως το 1936. Στην εφημερίδα κράτησε τη στήλη του καθημερινού χρονογραφήματος και τη στήλη «Διηγήματα της Κυριακής» στην οποία δημοσίευσε διηγήματα, τα περισσότερα από τα οποία αποτέλεσαν το υλικό για το Πράσινο και το Γαλάζιο βιβλίο.

Η τελευταία έκδοση του Γαλάζιου Βιβλίου, περιλαμβάνει δεκατέσσερα διηγήματα. Μέσα σε αυτά, ο συγγραφέας διατυπώνει τις σκέψεις του για σημαντικά θέματα. Μέσα σε αυτά, ο αναγνώστης θα βρει στοιχεία προβληματισμού σε ψυχολογικό, κοινωνικό, ηθικό και μυστηριακό (σχετικό με το νόημα της ύπαρξης) επίπεδο. Είναι συγκλονιστική η στιγμή που ερχόμαστε σε επαφή με τον κόσμο των ψυχικώς νοσούντων. Άγιοι, κατά τον συγγραφέα, πλάσματα που ο Θεός τούς πήρε πίσω το φτωχό ανθρώπινο πνεύμα και τους εμφύσησε μέσα στο μυαλό τους την υπέρτατη σοφία Του. Έτσι, παρακολουθούμε τον Αντώνη να λέει κάθε φράση του δύο φορές, μία φορά για να τον ακούσει ο συνομιλητής του και μία φορά – χαμηλόφωνη – για να ακούσει ο ίδιος. Μπαίνουμε μαζί με τον συγγραφέα στο δωμάτιο με αριθμό 74 και ακούμε τον ασθενή νέο που ζει σε αυτό, να μιλά για τη φυγή, την αιτία της ακαταγώνιστης γοητείας που ασκεί η θάλασσα. Τον ακούμε να μιλά για την ενστικτώδη ορμή της φυγής, την ίδια ορμή, σκεφτόμαστε, που οδηγεί και τη Γενιά του ‘30 σε αναζήτηση μακρινών οριζόντων. Στην ίδια ορμή φυγής υποταγμένη και η ηρωίδα του δεύτερου διηγήματος, η Αστρούλα, ονειρεύεται ότι φεύγει, νιώθοντας θλίψη για εκείνους που πίσω μένουν. Ακόμα και στην Κεροδοσιά, μέσα στις λάσπες των χαρακωμάτων, ο Μπούμπας, βαρκάρης στην παλιά του ζωή, δοξάζει τη θάλασσα, την παστρικιά και άκρατη. Στο ίδιο διήγημα, επίσης, πώς να μη συγκινηθεί ο αναγνώστης σαν βλέπει την πίστη στο θείο ένα να γίνεται με τη λαχτάρα της επιστροφής στη γενέθλια γη, τη φορτωμένη με μνήμες άγιες και από την ένωση αυτή, να γεννιέται η θρησκεία της Αγάπης…

Στον Νικημένο Ήρωα, ο συγγραφέας βάζει τον ήρωά του, Αντρέα Σγούρδα, ανθυπολοχαγό εν αποστρατεία, προβιβασμένο επ’ ανδραγαθία στο πεδίο της μάχης, να θλίβεται για ό,τι η ζωή επιφυλάσσει στον άνθρωπο και να αναρωτιέται, να απορεί για τη φθορά στις ανθρώπινες σχέσεις. Στο Μεγάλο Σαλπάρισμα, το διήγημα που αφιερώνει ο Μυριβήλης στον “ποιητή ναύτη Νίκο Καββαδία”, τα καράβια, η θάλασσα και οι ανοιχτοί της δρόμοι κυριαρχούν και πάλι. Μεγάλη και παντοτινή η λαχτάρα της φυγής για τον ναυτικό που, με τα χρόνια, ένα γίνεται με το καράβι του. Το ταξίδι, το μοναδικό του όνειρο. Ακόμα και η ώρα του θανάτου, σαλπάρισμα για μεγάλο ταξίδι, πρωτάκουστο, σε θάλασσα αλλιώτικη, γίνεται.

Στο Χρονικό μιας Γριάς Τριανταφυλλιάς, άλλο δε θέλει να υμνήσει ο συγγραφέας παρά την ελπίδα και την αισιοδοξία. Τριαντάφυλλα υπάρχουν παντού, μας θυμίζει. Φτάνει να παραμερίζουμε τα φύλλα και τ’ αγκάθια. Πάντα υπάρχει μια δροσερή άνοιξη, νέα και αγνή που μας περιμένει με τα χέρια γεμάτα λουλούδια. Ακόμα και μέσα στην καρδιά του χειμώνα. Στο δέκατο τρίτο διήγημα, αυτό με τον τίτλο “Δυο Παιδιά Μπροστά σ’ Έναν Τάφο”, ο Μυριβήλης επιστρέφει, μέσω της θάλασσας πάντα, στη γενέθλια γη και μαζί του φέρνει και τα δύο μικρά του παιδιά, τη Δροσούλα και τον Λάμπη. Θαρρείς για να τους διδάξει την ανάγκη της επιστροφής, για της ψυχής τη θεραπεία. Επίσης όμως, με απλό και γνήσιο λόγο διδάσκει τα παιδιά και τα βοηθά να γνωρίσουν, με θλίψη ίσως αλλά δίχως φόβο, την απώλεια. Μάρτυρας των σημαντικών στιγμών, ένα ροδάκινο, κοντά σ’ έναν σταυρό, κοντά στα λουλούδια μιας λυγαριάς.

Αυτές και άλλες πολλές οι σκέψεις που γεννούν οι σελίδες του Γαλάζιου Βιβλίου. Αδύνατον να κουραστεί ο αναγνώστης του. Έντονος ο λυρισμός στον λόγο του Μυριβήλη και ολοφάνερη η αγάπη του για τη γλώσσα του λαού. Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος είχε πολύ εύστοχα επισημάνει ότι όταν έγραφε, τον κατείχε ένας δημοτικιστικός ηδονισμός. Συγκλονισμένος από τις συνέπειες των πολεμικών συγκρούσεων, ο Μυριβήλης έγραψε τη Ζωή εν Τάφω κι ύστερα αποφάσισε να παρουσιάσει μέσα από τα διηγήματά του, τον νεοελληνικό λαϊκό βίο, με απλότητα, που θυμίζει κάποιες στιγμές τις πινελιές του, συντοπίτη του, λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου Χατζημιχαήλ. Κλείνοντας το σύντομο αυτό σχόλιο, να θυμίσουμε αυτό που είπε ο Μυριβήλης: “Δεν είμαι τίποτα έξω από τα χαρτιά μου”. Και μόνο αυτή η φράση, δηλώνει την αφιέρωσή του στη συγγραφή. Και μόνο αυτή η φράση, σημαίνει πως αξίζει ο αναγνώστης, που δεν το έχει ήδη κάνει, να τον γνωρίσει.

[Στράτης Μυριβήλης, Το Γαλάζιο Βιβλίο, εκδόσεις ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ "ΕΣΤΙΑΣ", Αθήνα 2023]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου