Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2019

Ανάγνωσης σκέψεις


Ο Βίος του Ισμαήλ Φερίκ Πασά της Ρέας Γαλανάκη
Spina nel Cuore

Η ιστορία του Ισμαήλ Φερίκ Πασά, ή Ισμαήλ Σελίμ Πασά ή στο ελληνικότερο, Εμμανουήλ Καμπάνη Παπαδάκη είναι γνωστή. Πρόκειται για έναν Κρητικό από το Οροπέδιο στην Ανατολική Κρήτη που σε μια τουρκική επιδρομή του 1823, αιχμαλωτίστηκε μαζί με τον αδερφό του Αντώνιο. Ο αδερφός του κατάφερε και δραπέτευσε ενώ αυτός εξισλαμίστηκε και ακολούθησε μια σημαντική πορεία ως στρατιωτικός της Αιγύπτου. Η συγγραφέας, βέβαια, δεν έγραψε απλά ένα βιογραφικό έργο. Θέλησε με το βιβλίο της να αγγίξει βαθύτερες, σκοτεινές ίσως, γωνιές της ανθρώπινης ψυχής. Δεν είναι τυχαίος ο τίτλος: Ο Βίος του Ισμαήλ Φερίκ Πασά, Spina nel Cuore.

Spina nel Cuore. Αγκάθι, λοιπόν, στην καρδιά της Βενετίας το Οροπέδιο μα και στην καρδιά του ήρωα αφού του γεννά το άλγος του νόστου.  Ο ήρωας, μια βασανισμένη ψυχή, που κερδίζει μονομιάς τον αναγνώστη και τον κάνει να θέλει να βρίσκεται δίπλα του, σε κάθε βήμα του πολυτάραχου βίου του. Δεν είναι βέβαια, μόνο τα βάσανα του ήρωα που μας κάνουν να νιώθουμε πολύ κοντά σ’ αυτόν αλλά και ο λόγος της συγγραφέως που είναι βαθιά ποιητικός. Έτσι, βλέπουμε τα πρώτα χρόνια, τα παιδικά, να γίνονται ένα παιδί αόρατο στους άλλους που τον συντροφεύει στη νέα του ζωή και δεν τον αφήνει να ξεχνά. Η σπηλιά που για τους άλλους ήταν το καταφύγιο στις δύσκολες ώρες, γι’ αυτόν γίνεται η είσοδος στην κόλαση μα και ο τόπος της δεύτερης γέννησής του. Ένα αρχαίο, μινωικό, μαχαίρι που θα βρει σε μια γωνιά της σπηλιάς, θα ‘ναι πάντα χωμένο στον κόρφο ή στο ζωνάρι του. Μ’ αυτό θα σφραγιστεί και ο νόστος του και θα κλείσει ο ανοιχτός σαν πληγή κύκλος της ζωής του.


Πάνε τριάντα χρόνια από τότε που διάβασα για πρώτη φορά τον Βίο του Ισμαήλ Φερίκ Πασά. Είχα μόλις τελειώσει τη στρατιωτική μου θητεία και είχα ριχτεί με λαχτάρα μεγάλη στην ανάγνωση βιβλίων. Ό,τι μου είχε λείψει για δυο ολόκληρα χρόνια, προσπαθούσα να το αποκτήσω με ταχύτητα ιλίγγου. Λάθος μου, μεγάλο. Η ταχύτητα αυτή μου στέρησε, θαρρώ, την σε βάθος προσέγγιση και απόλαυση των αναγνωσμάτων μου. Έτσι, και η ανάγνωση του Βίου έγινε πολύ γρήγορα και αυτό που έμεινε στη μνήμη μου ήταν απλά η “περίεργη” ιστορία ενός Κρητικού που αναγκάστηκε να αλλαξοπιστήσει στα ανταριασμένα χρόνια του 19ου αι.

Τύχη αγαθή με έφερε στη Λέσχη Ανάγνωσης της Ορθόδοξης Ακαδημίας Κρήτης και το δεύτερο βιβλίο που αποφασίσαμε να διαβάσουμε, ίσως συνηγόρησε στην απόφασή μας και το άρθρο του Guardian, ήταν ο Βίος. Έψαξα να βρω το βιβλίο, αυτό από τις εκδόσεις ΑΓΡΑ, στα ράφια της βιβλιοθήκης μου, αλλά μάταια. Είχε χαθεί. Έτσι, το αγόρασα ξανά. Αυτή τη φορά, τη συλλεκτική έκδοση του Καστανιώτη. Και άρχισα να το ξαναδιαβάζω.
Δύσκολα να περιγράψω όσα ένιωσα στη διάρκεια της ανάγνωσης αυτής. Τα βιώματα του Ισμαήλ, ο θανάσιμος Νόστος του, οι σκιές σύντροφοί του, το γύρισμα του κλειδιού στην κλειδωνιά του έρημου πατρικού του, γίνηκαν και δικά μου. Δική μου και η δεύτερη γέννησή του, δικός μου κι ο δεύτερός του θάνατος. Ο λυτρωτικός.

Θαρρώ πως το πρώτο βιβλίο, αυτό της ΑΓΡΑΣ, βρήκε το δρόμο και γύρισε στο σπήλιο στο Ψυχρό και χάθηκε στα βάθη του, ανάμεσα σε όστρακα μινωικά και σκεβρωμένα από τη σκουριά αιώνων, μαχαίρια θυσίας. Επέστρεψε εκεί, για να με οδηγήσει στην αναζήτηση και την ανά-γνωση του. Για να ζήσω ξανά, στα χρόνια της ωριμότητάς μου αυτή τη φορά, τον συγκλονιστικό βίο του Ισμαήλ Φερίκ Πασά, με άλλον τρόπο. Βαθύτερο, ουσιαστικότερο, γεμάτο κέρδος ψυχής.
=======================
Ο φιλαναγνώστης πρέπει σίγουρα να συμπεριλάβει το σπουδαίο αυτό βιβλίο της Ρέας Γαλανάκη στις επιλογές του. Δεν είναι τυχαίο εξ άλλου που ο Guardian το περιέλαβε στα δέκα σπουδαιότερα βιβλία της Ευρώπης:

Περισσότερα, βιογραφικά στοιχεία, για τον ήρωα του βιβλίου, μπορεί κανείς να διαβάσει ανατρέχοντας σε διάφορες πηγές, ακόμα και στην wikipedia:

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2019

Ανάγνωσης σκέψεις


Ο Εθελοντής  του Γιώργη Μανουσάκη

Ένα ταξίδι. Μια πορεία. Από το 1912 ως το 1940. Ενός ανθρώπου. Ή μήπως ενός λαού; Δύσκολο να πει κανείς. Ο ήρωας, ο Βασίλης Σηφάκης, 17 χρονών, φεύγει από το χωριό του στην Κρήτη για να γνωρίσει τον κόσμο. Για να σώσει τον κόσμο. Για να σώσει τις Ιδέες. Εθελοντής.

Ένα ταξίδι. Στα πεδία των μαχών, ο ήρωας του Μανουσάκη πολεμά για τ’ όνειρο μιας λεύτερης και δυνατής πατρίδας. Στις μεγάλες πόλεις που σφραγίζουν τη ζωή του, Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Σμύρνη και Κωνσταντινούπολη, στρατεύεται πολιτικά και βιώνει τις συνέπειες αυτής της στράτευσης. Ο Βασίλης Σηφάκης δεν παύει να είναι όμως άνθρωπος και, παράλληλα, βιώνει μεγάλα πάθη που αφήνουν τα σημάδια τους στην ψυχή του.

Ο Γιώργης Μανουσάκης, παρουσιάζει με μοναδικό τρόπο την πορεία του Εθελοντή του. Σαν απλός παρατηρητής, αποφεύγει να κάνει την όποια ψυχολογική ανάλυση χαρακτήρων. Έτσι, καθώς διαβάζουμε το βιβλίο, μπορούμε, ανεπηρέαστοι, να γνωρίσουμε τους ήρωες σαν να τους συναντούμε πραγματικά. Κι είναι τέτοιος ο τρόπος του συγγραφέα που, από ένα σημείο και μετά, οι ήρωες μοιάζουν παλιοί γνώριμοί μας. Επίσης, ο συγγραφέας, καταφέρνει με τρόπο θαυμαστό να περιγράψει τα Χανιά του 1900. Η διήγησή του στην αρχή του μυθιστορήματος, μοιάζει σαν καλοσχεδιασμένη ξενάγηση. Κι είναι η ξενάγηση αυτή τόσο εντυπωσιακή και λεπτομερής που νομίζεις πως έχεις ταξιδέψει με χρονομηχανή στο τότε και ακολουθείς τους ήρωες καθώς κινούνται μέσα στα περιτοιχισμένα Χανιά του παρελθόντος, στα ανέγγιχτα από την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό Χανιά.

Μοναδικός, λοιπόν, ο τρόπος γραφής του Μανουσάκη. Λιτός μα άκρως περιεκτικός. Χωρίς φτιασίδια και συναισθηματικές εξάρσεις, όπως ταιριάζει στην πορεία της ζωής του Εθελοντή. Όπως ταιριάζει, ίσως, και στην πορεία της ζωής του ίδιου του συγγραφέα.


Ταξιδεύοντας στις σελίδες ετούτου του βιβλίου, θαρρούσα πως άκουγα τον ίδιο τον συγγραφέα, να διαβάζει το κείμενό του. Όπως τότε. Τον Σεπτέμβρη του 1980 ήταν η πρώτη φορά που συναντήθηκα με τον Γιώργη Μανουσάκη, όταν ξεκίνησε η φοίτησή μου στην Τρίτη Τάξη του 5ου Γυμνασίου Χανίων. Για μένα δεν ήταν ο Γιώργης Μανουσάκης.  Ήταν ο κύριος Μανουσάκης, ο φιλόλογός μας. Πάντα σοβαρός, λιγομίλητος ή μάλλον σιωπηλός. Αυτή η σιωπή, μη κατανοητή για μένα τότε, μπορώ να πω ότι μου γεννούσε μια αίσθηση δέους, ίσως και φόβου. Δεν ήξερα ή, μάλλον, δεν μπορούσα να καταλάβω τον διαρκή εσωτερικό αγώνα του πνευματικού ανθρώπου που καθημερινά έπρεπε να κάνει την ίδια υποχώρηση και να αφιερώνει κάποιες πολύτιμες ώρες από τον χρόνο του σε εμάς. Δεν μπορώ να ξεχάσω την ημέρα που, πριν ξεκινήσει το μάθημά του, δειλά, και με μια έκφραση δισταγμού στο πρόσωπό του, μας κάλεσε στην παρουσίαση της ποιητικής του συλλογής «Τρίγλυφο» στην αίθουσα του Χρυσόστομου. Δεν θυμάμαι αν πήγαμε στην παρουσίαση, μια παρέα εφήβων που μάλλον ιδέα δεν είχαμε από ποίηση, από ευγένεια ή από φόβο για το τι θα γινόταν αν δεν μας έβλεπε εκεί. Θυμάμαι όμως, αξέχαστα, το χαμόγελο που φώτισε το πρόσωπό του όταν, πριν ξεκινήσει τον λόγο του, μας είδε να καθόμαστε στην τρίτη σειρά των ακροατών. Θυμάμαι επίσης, πως από τη μέρα εκείνη, στην τάξη, λιγότερο σιωπηλός ήταν και το χαμόγελο θρόνιαζε στη ματιά του, σχεδόν καθημερινά.
Φέρνοντας όλα αυτά στο νου μου τώρα, σκέφτομαι πως ήταν πραγματικά κρίμα που, όντας παιδιά ακόμα, δεν είχαμε συνειδητοποιήσει πόσο μεγάλη τιμή ήταν για εμάς να έχουμε δάσκαλό μας τον Γιώργη Μανουσάκη. Το λιγότερο που θα μπορούσαμε να του έχουμε πει, θα ήταν ένα: «ευχαριστούμε, Δάσκαλε…»

Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2019

Σαϊτιές Φωτός

 Τυχαίο δεν είναι που σε κάθε σκοτεινή εποχή, όσοι το Φως μάχονταν, στόχο έβαζαν τα βιβλία. Να τα καταστρέψουν, να τα κάψουν, να τα αφανίσουν. Μα, σαν από ένστικτο, ο άνθρωπος, ακόμα κι ο πιο φτωχά σπουδαγμένος, πάσχιζε να περισώσει ό,τι μπορούσε από αυτά. Έτσι, σώθηκε ένα μεγάλο μέρος της βιβλιοθήκης του Βενιζέλου στη Χαλέπα*, στα δύσκολα χρόνια της κατοχής. Έτσι, σώθηκαν πολλές βιβλιοθήκες σε κάθε γωνιά του κόσμου, από τη μανία όσων το σκοτάδι υπηρέτησαν.
Σήμερα, θαρρώ πως κι η δική μας εποχή, σε μεγάλη ανάγκη είναι. Ας μην ξεχνούμε πως κάθε σελίδα βιβλίου και μια σαϊτιά Φωτός είναι. Ας μην το ξεχνούμε. Οι φαρέτρες μας αδειάζουν σιγά σιγά...

=============================================
(*) "...ο Βενιζέλος είχε μεταφέρει τα βιβλία του στο σπίτι του στη Χαλέπα κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου: «Τα βιβλία ήρθαν σε κούτες συσκευασμένα και ξεπερνούσαν τις 100. Τοποθετήθηκαν στο σπίτι του στη Χαλέπα. Στη διάρκεια όμως του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου το σπίτι επιτάχθηκε από τους Γερμανούς με συνέπεια πολλά από τα βιβλία του να καούν και άλλα να πωληθούν. Οταν αυτά τα γεγονότα έφτασαν στα αυτιά του τότε δημάρχου Νικολάου Σκουλά, ο οποίος ειδοποιήθηκε όπως αναφέρει ο ίδιος στο βιβλίο του για τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Χανίων από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ανιψιό του Βενιζέλου, φρόντισε μαζί με τον Νικόλαο Τωμαδάκη και μια ομάδα εργατών, να πάρουν τα βιβλία από το σπίτι του Βενιζέλου και να τα μεταφέρουν στο Ιστορικό Αρχείο που βρισκόταν στο Παλιό Τελωνείο και προϊστάμενος του οποίου ήταν τότε ο Τωμαδάκης. Αργότερα, το 1957, ο γιος του Βενιζέλου και η Ελενα παραχώρησαν τη συλλογή στον Δήμο Χανίων και έκτοτε παρέμειναν εδώ ως δωρεά».
(Πηγή: Χανιώτικα Νέα, Το αρχείο της ιστορικής μνήμης, 1 Ιουνίου 1909)