Το Δαιμόνιο, του Γιώργου Θεοτοκά
Ο
Γιώργος Θεοτοκάς έγραψε “Το Δαιμόνιο” το 1938, εννιά χρόνια μετά τη συγγραφή
και δημοσίευση του δοκιμίου με τίτλο “Ελεύθερο Πνεύμα”, το οποίο έχει
χαρακτηριστεί ως πνευματική διακήρυξη της Γενιάς του ‘30.
Η παραπάνω αναφορά είναι σημαντική κατά την άποψή μου, καθώς αν δεν προηγηθεί μια μικρή μελέτη του ιστορικού, κοινωνικού, πολιτισμικού πλαισίου της εποχής του ‘30, η εντύπωση που θα αποκομίσει ο αναγνώστης του “Δαιμονίου” θα είναι ότι ο Θεοτοκάς θέλησε να μιλήσει απλά για μια οικογένεια. Μια οικογένεια, η οποία ζει και δρα στη Χίο, και της οποίας οι συμπεριφορές, περίεργες, ιδιαίτερες και στα όρια του ψυχοπαθολογικού, είναι μάλλον αδύνατο να κατανοηθούν και να γίνουν αποδεκτές από τον κόσμο της επαρχιώτικης κοινωνίας του νησιού.
Τα
πράγματα όμως δεν είναι έτσι. Ο Θεοτοκάς, ανήκει στη Γενιά του ‘30. Και η Γενιά
του ´30, οι πνευματικοί, δηλαδή, άνθρωποι που ζουν και δημιουργούν εκείνα τα
χρόνια, έχουν ζήσει μεγάλους πολέμους και μια εθνική καταστροφή. Θέλουν όλα
αυτά να μείνουν πίσω και οραματίζονται μια Ελλάδα η οποία πορεύεται εμπρός,
μονάχα εμπρός. Το όραμα του Θεοτοκά, και της Γενιάς του ‘30, μπορεί να γίνει
εύκολα αντιληπτό, από τα περιεχόμενα του “Ελεύθερου Πνεύματος”: “Περίπατος στην
Ευρώπη, Εθνικός Χαρακτήρας και Πνευματικός Μιλιταρισμός, Η ηθογραφία,
Προϋποθέσεις μιας αληθινής πρωτοπορείας”.
Έχοντας
ο αναγνώστης κατανοήσει, έστω και σε μικρό βαθμό, το ελεύθερο πνεύμα της Γενιάς
του ‘30, θα ανακαλύψει πολλά μες στις σελίδες του “Δαιμονίου”. Η κοινωνία της
Χίου, έκφραση της παλιάς Ελλάδας, της ζώσας και δρώσας γύρω από τον άξονα της
Παράδοσης. Η οικογένεια Χριστοφή από την άλλη, έκφραση της λαχτάρας για
εκσυγχρονισμό και συμπόρευση με την Ευρώπη που, εκείνη την εποχή, βιώνει
τεράστιες αλλαγές, κοινωνικές, επιστημονικές, πνευματικές. Και ο αφηγητής, ο
ίδιος ο συγγραφέας, παρατηρεί, βιώνει τα όσα διαδραματίζονται, αγωνίζεται να τα
κατανοήσει και να βρει τον τρόπο να πορευτεί και αυτός προς τα εμπρός δίχως
όμως να απαρνηθεί την Παράδοση και το Παρελθόν.
Το
Δαιμόνιο, λοιπόν, που έχει κυριεύσει και ορίζει κάθε στιγμή της ζωής των μελών
της οικογένειας Χριστοφή, μόνο κατ’ όνομα είναι σκοτεινό και φοβερό στην όψη.
Όταν βγάζει τη μάσκα του, φανερώνεται η πραγματική του ταυτότητα. Μια δύναμη
είναι, αστραφτερή και ακατανίκητη που οδηγεί όποιον βρίσκεται υπό την εξουσία
της, εκεί που δίνονται οι μεγάλες μάχες, εκεί που γεννιούνται τα μεγάλα έργα.
Θυσίες, όμως, μεγάλες, απαιτεί το Δαιμόνιο. Ακόμα και τον έρωτα, τον νόμο της ζωής, ζητά να στερηθούν όσοι είναι υπό την εξουσία του, λέγοντας πως η θαλπωρή, η ανάπαυση και η γαλήνη της συντροφικής ζωής, σβήνουν τη λαχτάρα για αναζήτηση, για αγώνα, για ζωή. Και σ’ όσους απορούν με το παράδοξο της άρνησης του έρωτα, το Δαιμόνιο, διά στόματος της Ιφιγένειας Χριστοφή, ζητά να μην απορούν και δηλώνει πως “ο κόσμος είναι γεμάτος ζητιανιά” για αγάπη κι ευτυχία. Μα, αλίμονο σε όσους δεν καταφέρουν την ουσία του Δαιμονίου να αντιληφθούν, θύματά του, αθώα, μπορεί να γίνουν. Σαν τον Τζιν Μάρτιν που δεν κατάφερε να ερμηνεύσει τα όσα ήταν γραμμένα στης Ιφιγένειας την ψυχή.
Επιγραμματικά,
θα μπορούσε κάποιος να πει ότι το Δαιμόνιο των Χριστοφήδων, η ακατανίκητη αυτή
δύναμη που οδηγεί στους μεγάλους δρόμους της οικουμένης, άλλο δεν είναι από το
Ελεύθερο Πνεύμα που είχε κυριεύσει τη Γενιά του ‘30. Υποταγμένος, ίσως, ακόμα και ο
Εμπειρίκος στο Δαιμόνιο, ύμνησε την ποίηση ανεβαίνοντας σε στίλβον ποδήλατο ή
τραγούδησε το υπερωκεάνειο που βαρέθηκε κι εγκατέλειψε τα βρωμερά νερά των
αγκυροβολίων. Ίσως, τέλος, κι ο ίδιος ο
Σεφέρης, τις προσταγές του Δαιμονίου ακολουθώντας, εκφράστηκε με λόγο ποιητικό
για τον μεγάλο δρόμο του Συγγρού, τον
δρόμο που βγάζει στη θάλασσα, τον δρόμο, δηλαδή, που οδηγεί στο
πνευματικό ταξίδι...
[Γιώργος Θεοτοκάς, Το Δαιμόνιο, Εκδόσεις ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ "ΕΣΤΙΑΣ", Αθήνα 1989]